φιλοτραγωδός

φιλοτραγωδός
-όν, Α
(ως τίτλος κωμωδίας τού Αλέξιδος) αυτός που τού αρέσουν οι τραγωδίες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)-* + τραγῳδός].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”